Η ανάγκη απελευθέρωσης της Τοπικής Αυτοδιοίκησης από το «κομματικό καπέλο» είναι κάτι με το οποίο ουδείς – σε θεωρητικό τουλάχιστον επίπεδο- έχει διαφωνήσει.
Αιρετοί, βουλευτές, κόμματα και πολιτικές ηγεσίες υπουργείων, φρόντιζαν πάντοτε στις δηλώσεις τους να επικαλούνται την αυτονομία του θεσμού: οι μεν εκπρόσωποι της κεντρικής πολιτικής σκηνής όταν ήθελαν να μεταθέσουν τις ευθύνες στις τοπικές αρχές, οι δε αυτοδιοικητικοί όταν τους επιβαλόταν έλεγχος για τα πεπραγμένα τους. Όταν πάλι οι κάλπες βρίσκονταν προ των πυλών και μαζί με αυτές οι επιλογές υποψηφίων, τότε το «παζάρι» για τα χρίσματα κορυφωνόταν.
Η ανακίνηση του θέματος των αλλαγών στον εκλογικό νόμο για την Αυτοδιοίκηση, μπορεί σε πολλούς να φάνηκε αιφνιδιαστική, ωστόσο αποτελεί κοινό μυστικό, ότι σκέψεις αυτές υπήρχαν στο Μαξίμου όλους τους τελευταίους μήνες, αλλά περίμεναν την κατάλληλη συγκυρία προκειμένου να ανοίξει η συζήτηση. Άλλωστε, η γενική – προς το παρόν - πρόταση του Γ. Μιχελάκη για ύπαρξη δύο ψηφοδελτίων, ένα κοινό για τους υποψήφιους δημάρχους και ένα δεύτερο για το σύνολο των δημοτικών συμβούλων – ήταν μία «σκέψη» που και προ λίγων μηνών είχε εκφραστεί, από την προηγούμενη ηγεσία του υπουργείου Εσωτερικών.
Στα δύο τα κόμματα για τα δύο ψηφοδέλτια
Ο στόχος της κυβέρνησης, τουλάχιστον σύμφωνα με όσα υποστηρίζει ο καθ ύλην αρμόδιος υπουργός είναι «η επιλογή των εκπροσώπων στα δημοτικά συμβούλια να τεθεί εκτός κομματικών πλαισίων». Ωστόσο οι γκρίζες ζώνες που πρέπει να διευκρινιστούν παραμένουν πολλές, ενώ και το γεγονός ότι δεν έχει προηγηθεί συζήτηση ούτε με την Αυτοδιοίκηση, ούτε καν με τον έτερο κυβερνητικό εταίρο (δηλ. το ΠΑΣΟΚ) έχει ήδη προκαλέσει αντιδράσεις και επιφυλακτικότητα.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την πρόταση, που όπως όλα δείχνουν αναμένεται να έρθει στη Βουλή εντός του Φθινοπώρου και αφού οριστικοποιηθούν οι τελικές της προβλέψεις, στις αυτοδιοικητικές εκλογές του Μαΐου οι ψηφοφόροι θα έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν δημάρχους και δημοτικούς συμβούλους της αρεσκείας τους, ανεξαρτήτως κομματικής προέλευσης μέσα από δύο ψηφοδέλτια που θα τους δοθούν και στα οποία τα ονόματα θα αναγράφονται με αλφαβητική σειρά.
Αν και οι υποψήφιοι δήμαρχοι θα έχουν ήδη γνωστοποιήσει στο εκλογικό σώμα τους συνδυασμούς τους, οι οποίοι θα δημοσιεύονται στον Τύπο και θα αναρτώνται σε εμφανή σημεία του δήμου προς πληροφόρηση των δημοτών, την ώρα της κάλπης η επιλογή θα γίνει από τον ενιαίο κατάλογο. Βάσει του σχεδίου που μελετάται, δήμαρχοι θα εκλέγονται όσοι συγκεντρώνουν το 42% των ψήφων στον πρώτο γύρο των εκλογών, ενώ σε διαφορετική περίπτωση η εκλογική διαδικασία θα επαναλαμβάνεται τη δεύτερη Κυριακή, μεταξύ των δύο πρώτων υποψηφίων. Προϋπόθεση ώστε ο κάθε υποψήφιος δήμαρχος να μετέχει στο νέο δημοτικό συμβούλιο θα είναι στον πρώτο γύρο των εκλογών να έχει συγκεντρώσει τουλάχιστον 5%. Οι δημοτικοί σύμβουλοι ωστόσο, θα εκλέγονται από την πρώτη Κυριακή με απλή αναλογική.
Μία τέτοια ρύθμιση, πέρα από την προφανή αξία της, σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα επιλογής προσώπων έξω από κομματικές τοποθετήσεις, ωστόσο δημιουργεί εύλογα ερωτηματικά για τον τρόπο που θα λειτουργήσει στην πράξη. Προς διευκρίνιση παραμένει για παράδειγμα, το πώς θα μπορέσει να λειτουργήσει αποτελεσματικά ένα δημοτικό συμβούλιο στο οποίο η παράταξη του δημάρχου δεν πλειοψηφεί. Οι μέχρι τώρα πληροφορίες μιλούν για πριμοδότηση του συνδυασμού από τον οποίο προέρχεται ο εκλεγείς δήμαρχος με τις αδιάθετες έδρες του πρώτου γύρου.
Τo μεγάλο «αγκάθι»
Μεγάλο «αγκάθι» παραμένει σίγουρα και η επαναφορά του 42% στην εκλογή δημάρχου, ποσοστό το οποίο είχε θεσπιστεί επί ημερών διακυβέρνησης της ΝΔ, αλλά επανήλθε στο 50% με τον «Καλλικράτη». Μία τέτοια ρύθμιση θεωρείται βέβαιο πως θα προκαλέσει πολιτική σύγκρουση ακόμη και εντός του κυβερνητικού συνασπισμού, καθώς πολλοί εκτιμούν πως μία εκλογή με 42% στερείται της αναγκαίας δημοκρατικής νομιμοποίησης.
Ακόμη και ... πρακτικά ζητήματα, όπως το «μέγεθος» ενός ψηφοδελτίου με τόσα πολλά ονόματα, μένει να διευκρινιστούν. Ήδη κάποιες πρώτες προτάσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος, δεν αποκλείουν τη θέση του ψηφοδελτίου να πάρει κάποιο φυλλάδιο!
Σε κάθε περίπτωση από το υπουργείο Εσωτερικών διαμηνύουν πως οι απαραίτητες εξηγήσεις θα δοθούν σύντομα, πιθανότατα και μέσα στην επόμενη εβδομάδα. Δεν είναι όμως μόνο η κοινή γνώμη που πρέπει να ενημερωθεί για τις προωθούμενες ρυθμίσεις. Τόσο από την Χαρ. Τρικούπη, όσο και από το χώρο της Αυτοδιοίκησης εκφράζεται δυσφορία γιατί δεν υπήρξε ενημέρωση, πριν από την γνωστοποίηση των προθέσεων του Μαξίμου. Κατά συνέπεια οι όποιες αλλαγές θα πρέπει να τεθούν σε διάλογο, τόσο με τους συγκυβερνώντες, όσο και με τους άμεσα «εμπλεκόμενους» φορείς της Αυτοδιοίκησης. Και εκεί οι συζητήσεις και οι ζυμώσεις προοιωνίζονται δύσκολες...
Πουλάκης Κώστας
Μέλος της Π.Γ. του ΣΥΡΙΖΑ, Υπεύθυνος για την Τ.Α.
Υστατη καταφυγή τα εκλογικά μαγειρέματα
Ο πανικός των επιτελείων της ΝΔ, αλλά και του ίδιου του πρωθυπουργού, μπροστά στην οργή των πολιτών που θα σαρώσει, στις επερχόμενες εκλογές, το παλιό και φθαρμένο καθεστώς των αυτοδιοικητικών στελεχών του δικομματισμού, δεν κρύβεται με τίποτα. Αφού μέτρησαν τα «κουκιά» και είδαν πως «δεν τους βγαίνουν», αφού είδαν ότι οι πολίτες ανταποκρίνονται θετικά στο προσκλητήριο αγώνα του ΣΥΡΙΖΑ ενάντια στα μνημόνια και τον «Καλλικράτη», τώρα προωθούν, ως ύστατη καταφυγή, την κλασική, ήδη από τα μετεμφυλιακά χρόνια, συνταγή: τα εκλογομαγειρέματα. Με την απαράδεκτη αλλαγή του εκλογικού συστήματος την οποία εξήγγειλε ο υπουργός Εσωτερικών, η κυβέρνηση, αντί επιτέλους να προχωρήσει στη μόνη δημοκρατική λύση, την καθιέρωση της απλής αναλογικής, την οποία ζητάμε εδώ και δεκαετίες, επιμένει στις «λαθροχειρίες».
Μετά από δεκαετίες ακραία πλειοψηφικών εκλογικών συστημάτων, τα οποία έδιναν το 60% των εδρών στον πρώτο συνδυασμό, η κυβέρνηση τώρα καταφεύγει σε μία πρόταση που -εκτός του ότι δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την απλή αναλογική, παρά τις παράλογες και αντιεπιστημονικές διαβεβαιώσεις του κ. Μιχελάκη- έχει έναν και μόνο στόχο: Να αποκρύψει το βαθύτατα πολιτικό διακύβευμα των επερχόμενων εκλογών και να μεταμφιέσει τους «πρόθυμους» των ιδιωτικοποιήσεων και των απολύσεων σε δήθεν «άξιους» και «ικανούς». Η αποπολιτικοποίηση των αυτοδιοικητικών εκλογών που επιχειρεί η κυβέρνηση, με το εκλογικό σύστημα που επεξεργάζεται είναι βαθιά πολιτική πράξη με υπερσυντηρητικό πρόσημο.
Η Αριστερά κάθε άλλο παρά στερείται ικανών και άξιων αυτοδιοικητικών στελεχών, ανθρώπων που δεν ενεπλάκησαν ποτέ σε παιχνίδια εξουσίας και διαφθοράς, που με καρδιά και μυαλό βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του αγώνα για την υπεράσπιση του κόσμου της εργασίας, των κοινωνικών υπηρεσιών, των δημόσιων αγαθών και της δημοκρατίας. Και οι πολίτες θα τους επιβραβεύσουν στις επερχόμενες εκλογές και για τις προσωπικές τους αρετές, αλλά και για την πολιτική την οποία υπηρετούν, που δεν έχει καμία σχέση με τους υποτελείς των μνημονίων και της τρόικας.
Σπύρος Λυκούδης
Γραμματέας της Κ.Ε. της Δημοκρατικής Αριστεράς και Βουλευτής Επικρατείας
Αλλαγή εκλογικού νόμου; Μια πρώτη απάντηση
Ο εκλογικός νόμος είναι ένα κατ' εξοχήν εργαλείο άσκησης πολιτικής. Αποτυπώνει τους κοινωνικούς συσχετισμούς και επηρεάζει την ποιότητα της δημοκρατίας. Άρα δεν μπορεί να υπηρετεί πρόσκαιρες κομματικές σκοπιμότητες. Πάγια θέση της ΔΗΜΑΡ είναι ότι το εκλογικό σύστημα πρέπει να είναι η απλή αναλογική. Ιδίως σήμερα, που καταγράφεται μεγάλη κινητικότητα στο πολιτικό σκηνικό και στην κοινωνία. Ο υπουργός Εσωτερικών εξέθεσε προ ημερών τις σκέψεις του – και του πρωθυπουργού - για αλλαγή εκλογικού νόμου στις αυτοδιοικητικές εκλογές. Προτείνουν εκλογή δημάρχου στον πρώτο γύρο με το 42% των ψήφων. Ενιαία λίστα επιλογής δημοτικών συμβούλων και εκλογή τους την πρώτη Κυριακή.
Κατά τον υπουργό, οι προτεινόμενες αλλαγές υπηρετούν δύο στόχους: τον απογαλακτισμό της Τοπικής Αυτοδιοίκησης από τα κόμματα και την εκλογή των αρίστων από κάθε συνδυασμό. Στον πρώτο στόχο συμπίπτουμε. Η ανεξαρτησία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης αποτελεί διαχρονική επιδίωξη της Ανανεωτικής Αριστεράς και προσδιορίζει τις επιλογές υποψηφίων που στηρίζει η ΔΗΜΑΡ. Με την προτεινόμενη μέθοδο ωστόσο διαφωνούμε. Είναι επικίνδυνη, γιατί είναι μισή. Δεν διασφαλίζει θεσμικά τη λειτουργία των δημοτικών συμβουλίων αν η παράταξη του δημάρχου δεν πλειοψηφεί. Και, όπως όλες οι μισές θεσμικές δουλειές, δεν θα καταλήξει απλώς σε αστοχία. Θα προκαλέσει περαιτέρω αναξιοπιστία των θεσμών και αποδυνάμωση της Τ.Α.
Επίσης η εκλογή δημάρχου με 42% προφανώς στερείται της αναγκαίας δημοκρατικής νομιμοποίησης. Αν θεωρούμε, ως πολιτικό σύστημα, ότι κατακτήσαμε τέτοιο επίπεδο πολιτικής ωριμότητας και κουλτούρας συνεργασιών, ώστε και χωρίς πλειοψηφία θα παράγουν έργο τα δημοτικά συμβούλια των αρίστων, τότε βρισκόμαστε εκτός τόπου και χρόνου. Όσους «αρίστους» κι αν αθροίσεις, η αναξιοπιστία είναι βέβαιη, και οι δυσλειτουργίες επίσης, αν το δημοτικό συμβούλιο δεν μπορεί να λειτουργήσει.
Πάρις Κουκουλόπουλος
Βουλευτή ΠΑΣΟΚ Ν. Κοζάνης
Περισσότερη, όχι λιγότερη Δημοκρατία
To 2005 άλλαξε ο εκλογικός νόμος της Αυτοδιοίκησης. Το όριο εκλογής ορίσθηκε στο 42% αντί του 50%+1 με βασικό επιχείρημα την εκλογή περισσότερων Δημάρχων και Νομαρχών από τον α΄ γύρο και συνακόλουθα την περιστολή δαπανών. Το γεγονός ότι πουθενά στην Ευρώπη δεν εκλέγεται άμεσα ή έμμεσα δήμαρχος μειοψηφίας δεν πτόησε τη ΝΔ τότε γιατί μας ήθελε ξεκούραστους, να μην ταλαιπωρούμαστε δύο Κυριακές. Τελικά, ξεκούραστα την έβγαλε η τότε Κυβέρνηση διπλασιάζοντας το χρέος σε 5 χρόνια και εκτοξεύοντας το έλλειμμα στο 15%! Ακούσαμε πρόσφατα ότι πρέπει να απαλλάξουμε την Αυτοδιοίκηση από τον ασφυκτικό κομματικό εναγκαλισμό. Στοιχειώδης γνώση της πραγματικότητας λέει ότι τα μεγάλα προβλήματα των ΟΤΑ πηγάζουν από την έντονη εξάρτησή της από το κεντρικό κράτος. Η απόκλισή μας από το ευρωπαϊκό κεκτημένο στους αποκεντρωμένους θεσμούς είναι κραυγαλέα. Στις μέρες μας είναι και οδυνηρή γιατί περιορίζει την επιχειρησιακή ικανότητα του θεσμού που μπορεί να συμβάλει αποφασιστικά στην κοινωνική συνοχή. Όσο για την αντίληψη που θεωρεί τα κόμματα αποσυνάγωγους θεσμούς αξίζει να σημειωθεί ότι το κόμμα είναι ο οργανωτικός θεσμός πραγμάτωσης της λαϊκής κυριαρχίας, της πεμπτουσίας δηλαδή του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Εν όψει των επερχόμενων αυτοδιοικητικών εκλογών τα κόμματα του συνταγματικού τόξου έχουν ελάχιστη υποχρέωση να συμφωνήσουν ότι κανένας δήμος δεν θα περάσει στη Χρυσή Αυγή.
Όπως πρέπει να συμβάλουν στην τοπική σταθερότητα ευνοώντας ευρύτερες συγκλίσεις και βάζοντας τέλος στα «χρίσματα».
Οποιαδήποτε αλλαγή στον τρόπο εκλογής των αιρετών οργάνων της Αυτοδιοίκησης απαιτεί και προϋποθέτει σοβαρό σχέδιο και δημόσιο διάλογο. Όσα έχουμε υπόψη μας μέχρι τώρα μόνο σύγχυση και προχειρότητα προδίδουν. Πόσο μάλλον όταν εμφανίζονται ως μεταρρυθμιστική τομή από αυτούς που αρνήθηκαν τα τελευταία 20 χρόνια όλες τις μεταρρυθμίσεις στην Αυτοδιοίκηση. Αν θέλουμε πραγματική μεταρρύθμιση, ας ξεκινήσουμε αλλάζοντας τον εκλογικό νόμο για το Κοινοβούλιο, έτσι ώστε να διασφαλίζει πως οι μελλοντικές κυβερνήσεις συνεργασίας θα έχουν πλειοψηφία στον λαό και τη Βουλή.
Χρειαζόμαστε περισσότερη, όχι λιγότερη δημοκρατία.
Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2013
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου