Στα 280,3 δισ. ευρώ ή 136% του ΑΕΠ υποχώρησε το δημόσιο χρέος της χώρας στο πρώτο τρίμηνο του 2012, από 367,9 δισ. ευρώ (178,6% του ΑΕΠ) που ήταν στο τέλος του 2011 ενσωματώνοντας την ωφέλεια από την ολοκλήρωση του μεγαλύτερου μέρους του PSI στα μέσα Μαρτίου, τόσο όσον αφορά στη μείωση του χρέους σε απόλυτα νούμερα αλλά και τη διάρκειά του.
Πάντως παρά την ουσιαστική βελτίωση που καταγράφηκε εξαιτίας του PSI στο προφίλ του χαρτοφυλακίου του ελληνικού Δημοσίου, το χρέος παραμένει το μεγαλύτερο πρόβλημα για τη χώρα, καθώς οι υποχρεώσεις που απορρέουν από την ανάγκη εξυπηρέτησής του, σε μεγαλύτερο βαθμό πλέον προς την τρόικα έναντι των ιδιωτών, είναι μεγάλες. Είναι ενδεικτικό ότι μόνο στην τετραετία 2013 - 2016 το Δημόσιο καλείται να πληρώσει λήξεις χρέους που αθροιστικά ανέρχονται περίπου σε 68 δισ. ευρώ. Την ίδια ώρα, από τα απολογιστικά στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που ανακοινώθηκαν χθες προκύπτει πως τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου ήταν 4,4 δισ. ευρώ στο τέλος Μαρτίου, από 3,6 δισ. ευρώ στο τέλος Δεκεμβρίου του 2011.
Σύμφωνα με το δελτίο δημοσίου χρέους που δημοσιοποίησε χθες το υπουργείο Οικονομικών, το πρώτο που δημοσιεύεται μετά την ολοκλήρωση του PSI:
1. Η μέση σταθμική διάρκεια του νέου χαρτοφυλακίου του ελληνικού δημοσίου επιμηκύνθηκε σημαντικά στα 15,73 έτη από 2,36 χρόνια που ήταν πέρσι, εξαιτίας της αναδιάρθρωσης μέσω του PSI, με τις διάρκειες των νέων δανείων να επεκτείνονται έως και 30 χρόνια.
2. Με κριτήριο την υπολειπόμενη φυσική διάρκεια των νέων δανείων, πλέον το 67,1% ή 187,8 δισ. ευρώ είναι μακροπρόθεσμο (διάρκειας άνω των πέντε ετών), το 24,2% ή 67,9 δισ. ευρώ είναι μεσοπρόθεσμο (διάρκειας από ένα έως πέντε χρόνια) και το 8,7% ή 24,4 δισ. ευρώ έχει διάρκεια έως ένα έτος.
3. Από το σύνολο των 280,3 δισ. ευρώ που ήταν το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης στα τέλη Μαρτίου, τα 149,5 δισ. ευρώ αντιστοιχούν σε ομόλογα και βραχυπρόθεσμους τίτλους (έντοκα γραμμάτια) ενώ τα 130,7 δισ. ευρώ σε δάνεια εκ των οποίων τα 111,9 δισ. ευρώ αντιστοιχούν σε δάνεια του Μηχανισμού Στήριξης. Όπως επίσης προκύπτει από τα στοιχεία το ποσοστό του διαπραγματεύσιμου χρέους της χώρας υποχώρησε από 74,7% στο τέλος του 2011, σε 53,4% στο τέλος Μαρτίου, ενώ το μη διαπραγματεύσιμο αυξήθηκε από 25,3% σε 46,6%, αποτυπώνοντας τη μετατόπιση του χρέους από τους ιδιώτες στην τρόικα. Σημαντικά αυξήθηκε και το ποσοστό των ομολόγων κυμαινόμενου επιτοκίου στο 53% το Μάρτιο από 38% το Δεκέμβριο, ενώ το χρέος σταθερού επιτοκίου μειώθηκε στο 47% από 62% στο τέλος του 2011.
4. Στο πλαίσιο της πρώτης φάσης του PSI που ολοκληρώθηκε στις 12 Μαρτίου διαγράφηκε χρέος ονομαστικής αξίας 177,3 δισ. ευρώ και εκδόθηκαν νέοι τίτλοι διάρκειας 11 έως 30 ετών συνολικής ονομαστικής αξίας 55,8 δισ. ευρώ.
5. Οσον αφορά στη σύνθεση του νέου δανεισμού για το πρώτο τρίμηνο του 2012 το 76,7% αντιστοιχεί σε δάνεια του Μηχανισμού Στήριξης, το 3,4% σε δάνεια του ΔΝΤ, σε έντοκα γραμμάτια αντιστοιχεί το 19,9%. Με κριτήριο τη διάρκεια των νέων δανείων, το 80,1% αντιστοιχεί σε δάνεια με διάρκεια από 5 χρόνια και άνω, ενώ μόλις το 19,9% (δηλαδή τα έντοκα γραμμάτια) έχουν διάρκεια έως ένα έτος.
6. Τα δάνεια με εγγύηση του Δημοσίου υποχώρησαν οριακά στα 20,04 δισ. ευρώ από 20,6 δισ. ευρώ που ήταν στο τέλος Δεκεμβρίου, παραμένοντας πάντως σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα, αφού μεγάλο μέρος των συγκεκριμένων δανείων αποτελεί εν δυνάμει χρέος.
Στα 148,7 δισ. οι υποχρεώσεις των επιχειρήσεων
Υπό συνθήκες ύφεσης και πολιτικής αστάθειας, οι επιχειρήσεις αλλά και οι ιδιοκτήτες τους καλούνται να αντεπεξέλθουν σε τρέχουσες και ληξιπρόθεσμες οικονομικές υποχρεώσεις, συνολικού ύψους 148,7 δισ. ευρώ.
Οπως προκύπτει από έρευνα του Ινστιτούτου Εμπορίου και Υπηρεσιών της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου, οι φορολογικές υποχρεώσεις μέχρι το τέλος του έτους, τα καθυστερούμενα δάνεια, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές σε ασφαλιστικά ταμεία και το κόστος μισθοδοσίας ανέρχονται στο προαναφερόμενο ποσό ή σε 12,4 δισ. ευρώ το μήνα. Αν αναλογιστεί κανείς ότι το ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου μόλις ξεπερνά τα 40 δισ. ευρώ, ή 13,3 δισ. ευρώ το μήνα, συνειδητοποιεί το μέγεθος της ασφυξίας της αγοράς.
Ειδικότερα, το ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ μέτρησε τις υποχρεώσεις των εταιρειών αλλά και των ιδιοκτητών τους ως φυσικά πρόσωπα και σύμφωνα με τα αποτελέσματα της μελέτης προκύπτουν τα εξής:
Οι φορολογικές υποχρεώσεις των επιχειρηματιών, επιτηδευματιών και εταιρειών μέχρι το τέλος του 2012 είναι 52,2 δισ. ευρώ. Τα 10,7 δισ. ευρώ είναι ο φόρος εισοδήματος των φυσικών προσώπων, τα 2,16 δισ. ευρώ προέρχονται από το φόρο εισοδήματος νομικών προσώπων (εκτός των ατομικών επιχειρήσεων), ο Φόρος Ακίνητης Περιουσίας των νομικών προσώπων (προσωπικές κεφαλαιουχικές) ανέρχεται σε 3,6 δισ. ευρώ, το ειδικός τέλος ακινήτων της ΔΕΗ υπολογίζεται σε 1,05 δισ. ευρώ, το ΕΤΑΚ του 2009 και ο ΦΑΠ 2010-2011 για τις ατομικές επιχειρήσεις είναι 2,45 δισ. ευρώ, ο ΦΠΑ που πρέπει να αποδώσουν όλες οι επιχειρήσεις εκτιμάται σε 16,6 δισ. ευρώ, σε 10,6 δις. ευρώ ανέρχονται τα δημοτικά τέλη, οι δημοτικοί φόροι, το ΤΑΠ η ΕΡΤ και η ΔΕΗ, οι ασφαλιστικές εισφορές στο ΙΚΑ σε όσες απασχολούν μισθωτούς είναι 20 δισ. ευρώ κ.ο.κ.
Οι ασφαλιστικές εισφορές για το 2012 εκτιμώνται σε 20 δισ. Στα 11,5 δισ. είναι οι ληξιπρόθεσμες στο ΙΚΑ και τον ΟΑΕΕ.
Οι ληξιπρόθεσμες δόσεις στις τράπεζες για επιχειρηματικά δάνεια σύμφωνα με το ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ είναι στα 20 δισ.
Το κόστος μισθοδοσίας των επιχειρήσεων ανέρχεται σε 45 δισ. ευρώ.
Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να είναι συνεπείς απέναντι σε αυτές τις οικονομικές υποχρεώσεις, όταν η αγορά γνωρίζει πρωτοφανή μείωση της κατανάλωσης. Την ίδια στιγμή τα αλλεπάλληλα φορολογικά μέτρα, όπως προκύπτει και από τα στοιχεία του ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ, έχουν «στεγνώσει» την αγορά.
Σύμφωνα και με τις εκτιμήσεις της ΓΣΕΒΕΕ 180.000 μικρομεσαίες επιχειρήσεις βρίσκονται στο «κόκκινο» και αν βάλουν, τελικά «λουκέτο» αυτό θα οδηγήσει σε ανεργία περί τις 300.000 εργαζόμενους και αυτοαπασχολούμενους.
Τετάρτη 23 Μαΐου 2012
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου