Φλέβα κοινοτικών επιδοτήσεων κρύβει η σύσταση ομάδων παραγωγών στην Ελλάδα, ενώ παράλληλα γενναίες ενισχύσεις πενταετούς διάρκειας σε νυν και επίδοξους καλλιεργητές οπωροκηπευτικών φέρνει η ένταξή τους σε αυτές.
Το ύψος της επιδότησης ανέρχεται στο 4,1% επί του τζίρου ή στο 50% των δαπανών που έχουν πραγματοποιηθεί.
Δικαίωμα στις επιδοτήσεις που βρίσκονται ήδη σε ισχύ έχουν όσοι είναι ήδη ενταγμένοι σε ομάδες-οργανώσεις παραγωγών οπωροκηπευτικών (ΟΠ), αλλά και όλοι όσοι θέλουν να ενταχθούν ή να δημιουργήσουν τη δική τους ομάδα.
Οι Οργανώσεις Παραγωγών μπορούν να υλοποιούν επιχειρησιακά προγράμματα διάρκειας 3 έως 5 ετών, ετήσιας εφαρμογής, με ανώτατο ύψος επένδυσης έως το 8,2% του τζίρου και ενωσιακή χρηματοδοτική ενίσχυση που ανέρχεται στο 4,1% της αξίας του τζίρου ή στο 50% των δαπανών που έχουν πραγματοποιηθεί (υπό ορισμένες προϋποθέσεις δύναται να ανέλθει στο 60%). Για την υλοποίηση των ΕΠ είναι υποχρεωτική η σύσταση επιχειρησιακού ταμείου, το οποίο χρησιμοποιείται μόνο για τη χρηματοδότηση των δαπανών του ΕΠ, και χρηματοδοτείται από: από τις χρηματικές εισφορές των μελών ή από κεφάλαια της ίδιας της ΟΠ (ιδία συμμετοχή), και την ενωσιακή χρηματοδοτική ενίσχυση.
Ο τομέας των οπωροκηπευτικών αντιπροσωπεύει περίπου το 3% των καλλιεργούμενων εκτάσεων και το 17% της αξίας της γεωργικής παραγωγής στην ΕΕ. Στην Ελλάδα τα οπωροκηπευτικά παράγουν ετησίως ακαθάριστη αξία περίπου 3 δισ. ευρώ (κηπευτικά 1,6 δισ. ευρώ περίπου και φρούτα με 1,4 δισ. ευρώ) και συμμετέχουν σε ποσοστό περίπου 40% όσον αφορά την έκταση και την αξία στο σύνολο της γεωργικής παραγωγής.
Η πολιτική στον τομέα των οπωροκηπευτικών υλοποιείται μέσα από τις Οργανώσεις Παραγωγών (ΟΠ), οι οποίες αποτελούν ειδική μορφή συλλογικής δράσης, συγκροτούνται εθελοντικά με πρωτοβουλία των παραγωγών και η σύστασή τους προωθείται από την ΕΕ με στόχο:
την εξυπηρέτηση και καλύτερη εφαρμογή των ρυθμίσεων της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής (ΚΓΠ), και
τον καθορισμό και εφαρμογή από τα μέλη τους, κοινών κανόνων για την από κοινού παραγωγή, συγκέντρωση και διάθεση των προϊόντων τους.
Οι Οργανώσεις Παραγωγών επιδιώκουν συγκεκριμένο σκοπό, ο οποίος περιλαμβάνει έναν ή περισσότερους από τους ακόλουθους στόχους:
την εξασφάλιση ότι η παραγωγή είναι προγραμματισμένη και προσαρμοσμένη στη ζήτηση, ιδίως από άποψη ποσότητας και ποιότητας,
τη συγκέντρωση και τη διάθεση στην αγορά των προϊόντων που παράγονται από τα μέλη τους,
τη βελτιστοποίηση του κόστους παραγωγής και τη σταθεροποίηση των τιμών παραγωγού.
Οι ομάδες παραγωγών αποτελούνται από γεωργούς που καλλιεργούν ένα ή περισσότερα από τα οπωροκηπευτικά προϊόντα του τομέα ή/και προϊόντα που προορίζονται αποκλειστικά για μεταποίηση (μόνο όταν υπάρχει διασφάλιση ότι τα προϊόντα αυτά παραδίδονται πράγματι για μεταποίηση-συστήματος συμβάσεων προμηθειών ή με άλλον τρόπο).
Διαθέτουν έναν ελάχιστο αριθμό μελών και καλύπτουν έναν ελάχιστο όγκο ή αξία εμπορεύσιμης παραγωγής που καθορίζεται από τα κράτη-μέλη, προσκομίζοντας τα σχετικά αποδεικτικά στοιχεία.
Υποχρεώσεις
Διαθέτουν καταστατικό στο οποίο προβλέπονται οι υποχρεώσεις των παραγωγών-μελών και οι κανόνες λειτουργίας της ΟΠ. Ειδικότερα ορίζονται:
Η εφαρμογή των κανόνων που θεσπίζει η ΟΠ (παροχή πληροφοριών για παραγωγή, εμπορία και προστασία του περιβάλλοντος).
Να είναι μέλη μίας μόνο ΟΠ για ένα συγκεκριμένο προϊόν της εκμετάλλευσης.
Η παροχή πληροφοριών που ζητούν οι ΟΠ για στατιστικούς σκοπούς.
Οι διαδικασίες για τον καθορισμό, την έγκριση και την τροποποίηση των κανόνων που θεσπίζει η ΟΠ.
Η υποχρέωση των μελών να καταβάλλουν τις χρηματικές εισφορές που απαιτούνται για τη χρηματοδότηση της ΟΠ.
Οι κανόνες που εξασφαλίζουν στους παραγωγούς-μέλη τον δημοκρατικό έλεγχο της οργάνωσής τους και των αποφάσεών της·
Οι κυρώσεις σε περίπτωση παραβάσεων του καταστατικού (μη καταβολή χρηματικών εισφορών ή μη τήρησης κανόνων που έχει θεσπίσει η ΟΠ).
Οι κανόνες σχετικά με την αποδοχή νέων μελών (ελάχιστη διάρκεια συμμετοχής στην ΟΠ).
Οι λογιστικοί και οικονομικοί κανόνες που είναι αναγκαίοι για τη λειτουργία της οργάνωσης.
Η διάθεση συνόλου παραγωγής στο εμπόριο μέσω ΟΠ με εξαιρέσεις. Εφόσον το επιτρέπει η ΟΠ με βάση όρους και προϋποθέσεις που καθορίζει η ΟΠ οι παραγωγοί μέλη μπορούν:
Να πωλούν απευθείας στους καταναλωτές για την κάλυψη των προσωπικών τους αναγκών, στις εγκαταστάσεις της εκμετάλλευσης ή/και εκτός αυτής, έως ποσοστό 10% της παραγωγής ή/και των προϊόντων τους.
Να διαθέτουν στο εμπόριο οι ίδιοι ή μέσω άλλης οργάνωσης παραγωγών, που ορίζεται από την οργάνωσή τους, ποσότητες προϊόντων οι οποίες είναι αμελητέες σε σχέση με τον όγκο της εμπορεύσιμης παραγωγής της οργάνωσής τους.
Να διαθέτουν στο εμπόριο οι ίδιοι ή μέσω άλλης οργάνωσης παραγωγών, που ορίζεται από την οργάνωσή τους, προϊόντα τα οποία, λόγω των χαρακτηριστικών τους, δεν εμπίπτουν κανονικά στις εμπορικές δραστηριότητες της συγκεκριμένης οργάνωσης παραγωγών.
Πρόγραμμα
Οι δράσεις που χρηματοδοτούνται
Οι Ομάδες Παραγωγών μέσω των επιχειρησιακών προγραμμάτων μπορούν να υλοποιήσουν δράσεις με στόχο:
• Προγραμματισμό της παραγωγής (όπως αναδιάρθρωση των καλλιεργειών των μελών τους με στόχο την ποιοτική βελτίωση των προϊόντων τους, μηχανολογικός εξοπλισμός για την παραγωγή, συστήματα άρδευσης κ.ά.).
• Βελτίωση ή/και διατήρηση της ποιότητας (όπως πιστοποίηση βιολογικής παραγωγής και ολοκληρωμένης διαχείρισης της παραγωγής, οργάνωση για ιχνηλασιμότητα, εξειδικευμένο προσωπικό κ.ά.).
• Βελτίωση της εμπορίας (όπως εκσυγχρονισμός υποδομών ή νέες, μηχανοργάνωση συστημάτων ελέγχου αποθήκης, δημιουργία τμήματος εμπορίας κ.ά.).
• Πρόληψη και διαχείριση κρίσεων (όπως απόσυρση από την αγορά -περιλαμβάνεται η δωρεάν διανομή αποσυρόμενων προϊόντων σε άτομα που χρειάζονται βοήθεια και η δαπάνη της δωρεάν διανομής ενισχύεται 100% μέσα από το ΕΠ, πρώιμη συγκομιδή των προϊόντων -πορτοκάλια, μήλα, ροδάκινα, ντομάτα- και ασφάλιση της παραγωγής).
• Περιβαλλοντικές δράσεις (βιολογική μέθοδος παραγωγής, ολοκληρωμένη διαχείριση της καλλιέργειας κ.ά.). Το ΕΠ περιλαμβάνει δύο ή περισσότερες περιβαλλοντικές δράσεις ανεξάρτητα του ύψους της δαπάνης ή τουλάχιστον το 10% των δαπανών αφορά περιβαλλοντικές δράσεις.
Τα μυστικά για την καλλιέργεια κηπευτικών
Η χώρα μας πλεονεκτεί έναντι άλλων ευρωπαϊκών χωρών στην καλλιέργεια και πρωιμότητα των κηπευτικών, λόγω της ηλιοφάνειας και του ήπιου γενικά και εύκρατου κλίματος. Μπορεί για τον λόγο αυτόν να γίνει ο «λαχανόκηπος» της Ευρώπης. Το ύψος της ελληνικής παραγωγής σε λαχανικά ανέρχεται στα 4 εκατ. τόνους, ποσότητα που αντιστοιχεί στο 8,6 % της κοινοτικής παραγωγής σε κηπευτικά.
Ο τομέας των λαχανικών και των φρούτων αποτελεί τον δυναμικότερο κλάδο για την ελληνική γεωργία. Η αύξηση των αποδόσεων στα λαχανικά αποδίδεται στη χρησιμοποίηση βελτιωμένου γενετικού υλικού, στην εκμηχάνιση της καλλιέργειας και στην αύξηση της επιφάνειας των υπό κάλυψη καλλιεργειών.
Η καλλιέργεια κηπευτικών στο ύπαιθρο αλλά και στο θερμοκήπιο δίνει τη δυνατότητα στους νέους να ασχοληθούν με τον τομέα αυτόν γιατί έχει τα εξής πλεονεκτήματα:
• Δεν απαιτεί μεγάλες εκτάσεις. Σήμερα για να είναι βιώσιμη μια γεωργική επιχείρηση που θα έχει ως βάση τις αροτραίες καλλιέργειες (σιτηρά, ενεργειακές καλλιέργειες, βαμβάκι, κ.λπ.) θα πρέπει κάποιος να έχει μεγάλο αριθμό στρεμμάτων. Στα κηπευτικά οι εκτάσεις είναι μικρές.
• Δεν απαιτεί μεγάλο μηχανικό εξοπλισμό κατά την αρχική φάση. Μπορεί κάποιος να ξεκινήσει το γεωργικό επάγγελμα καλλιεργώντας κηπευτικά με όχι πολλά καλλιεργητικά μέσα.
• Δεν απαιτεί σημαντικό αρχικό κεφάλαιο για το πρώτο ξεκίνημα. Μπορεί ο ενδιαφερόμενος να ξεκινήσει με κηπευτικά υπαίθρου και στην πορεία να δημιουργήσει πρόχειρες θερμοκηπιακές εγκαταστάσεις.
• Ο καλλιεργητής παράγει προϊόντα και απευθύνεται σε μια αγορά που καταναλώνει λαχανικά (δεν είναι ένα νέα προϊόντα). Εύκολα μπορεί να τα πουλήσει ο ίδιος και να έχει μερίδιο από την εμπορία του προϊόντος.
Τα λαχανικά μπορεί να καταναλωθούν κυρίως ως νωπά - φρέσκα (δεν έχουμε καμία απώλεια σε βιταμίνες κ.λπ.), αλλά και υπερκατεψυγμένα, κονσερβοποιημένα ή αφυδατωμένα (αποξηραμένα).
Από τα 250 περίπου είδη λαχανικών που υπάρχουν στον κόσμο, για την Ελλάδα έχουν οικονομική σημασία περί τα 30-40.
Τα κηπευτικά (λαχανικά) με βάση τη βοτανική τους συγγένεια ταξινομούνται σε ομάδες που καλούνται οικογένειες.
Ο διαχωρισμός τους γίνεται με βάση κάποια κοινά χαρακτηριστικά που έχουν τα μέλη της οικογένειας.
Οι οικογένειες είναι έντεκα, όπως αναφέρονται παρακάτω:
Σολανώδη. Εδώ ανήκουν η ντομάτα, η μελιτζάνα, η πιπεριά και η πατάτα.
Κολοκυνθοειδή. Σε αυτή την οικογένεια ανήκουν το κολοκύθι, το καρπούζι, το πεπόνι και το αγγούρι.
Σταυρανθή. Ανήκουν τα φυτά λάχανο, κουνουπίδι, μπρόκολο και ραπανάκι.
Λειριίδες. Ανήκουν το κρεμμύδι, το σκόρδο, το πράσο και το σπαράγγι.
Ψυχανθή. Ανήκουν το φασόλι, ο αρακάς και το κουκί.
Σκιαδοφόρα. Ανήκουν τα φυτά καρότο, σέλινο και μάραθο.
Μαλαχίδες. Εδώ ανήκει η μπάμια.
Ροδίδες. Ανήκει η φράουλα.
Σύνθετα. Ανήκουν τα φυτά μαρούλι, αντίδι, ραδίκι και αγκινάρα.
Χηνοποδιίδες. Ανήκουν το παντζάρι και το σπανάκι.
Κονβολβουλίδες. Ανήκει η γλυκοπατάτα.
Τα λαχανικά μπορούν να ταξινομηθούν και ανάλογα με τις απαιτήσεις τους στη θερμοκρασία. Ετσι έχουμε αυτά που είναι της θερμής εποχής και αυτά της ψυχρής εποχής.
Πώς αναγνωρίζεται η οργάνωση παραγωγών
Οι οργανώσεις παραγωγών ενεργούν εξ ονόματος των μελών τους και για λογαριασμό τους όσον αφορά οικονομικά θέματα στο πλαίσιο της δικαιοδοσίας τους.
Στη χώρα μας ως ΟΠ αναγνωρίζονται νομικά πρόσωπα ή σαφώς οριζόμενο μέρος νομικού προσώπου, όπως:
Αγροτικές συνεταιριστικές οργανώσεις (αγροτικοί συνεταιρισμοί).
Εταιρείες του Εμπορικού Νόμου (ΑΕ, ΕΠΕ, ΟΕ, ΕΕ).
Η διαδικασία αναγνώρισης, ανάκλησης της αναγνώρισης και οποιασδήποτε μεταβολής γίνεται σε επίπεδο Περιφερειακής Ενότητας ως εξής:
• Δημιουργία του σχετικού φακέλου.
• Δικαιολογητικά (καταστατικό νομικού προσώπου, αριθμός μελών και αξία εμπορευθείσας παραγωγής - μέση αξία της παραγωγής που διετέθη στο εμπόριο κατά τα τρία προηγούμενα οικονομικά έτη από όλους τους παραγωγούς-μέλη που είναι μέλη του νομικού προσώπου, κατά τη στιγμή υποβολής της αίτησης - ειδικός κανονισμός λειτουργίας, αποδεικτικά για τις υποδομές αποθήκευσης, συντήρησης προϊόντων κ.λπ.).
• Σχετική εισήγηση.
• Πρωτοβάθμια Επιτροπή Αναγνώρισης στην έδρα της ΠΕ.
• Δευτεροβάθμια Επιτροπή Αναγνώρισης στην έδρα της Περιφέρειας.
Στη χώρα μας η οργάνωση παραγωγής είναι ιδιαίτερα χαμηλή. Περίπου το 10% της αξίας της συνολικής παραγωγής οπωροκηπευτικών διακινείται μέσω των ΟΠ.
Κυριακή 20 Απριλίου 2014
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου