Πρέπει να ανησυχούμε; Όταν ο υπουργός Οικονομικών δηλώνει «θα κρατήσουμε την Ελλάδα στην ευρωπαϊκή οικογένεια», οι κίνδυνοι είναι δεδομένοι.
Φυσικά, δεν ζούμε ημέρες του 2012. Όμως, η όποια πρόοδος είναι αναντίστοιχη προς τις θυσίες των πολιτών. Παράλληλα, οι άλλες χώρες της Ευρωζώνης που ήταν ευάλωτες, τώρα ή στέκονται στα πόδια τους (Ιρλανδία, Πορτογαλία) ή δημιουργούν, σε πολύ μικρότερο χρόνο, ασφαλείς προοπτικές για το μέλλον (Κύπρος).
Μπροστά μας έχουμε λοιπόν τρεις ανησυχητικές πραγματικότητες: Πρώτον, η Ελλάδα έχει ξαναγίνει ο πιο προβληματικός εταίρος της Ευρωζώνης οικονομικά και πολιτικά. Δεύτερον, οι εταίροι και δανειστές έχουν εντείνει τη δυσπιστία τους προς τις εγχώριες πολιτικές ελίτ, με αποτέλεσμα να σκληραίνουν τη στάση τους απαιτώντας ελέγχους και μεταρρυθμίσεις. Τρίτον, η κυβέρνηση των δύο κουρασμένων και φθαρμένων κομμάτων λειτουργεί πανικόβλητα μετά τη βαριά ήττα στις ευρωεκλογές. Πανικός και ψευδαισθήσεις συμπορεύονται.
Οι δανειστές μας δεν είναι «εκβιαστές». Ακόμη και οι υπερβολικά σκληρές απαιτήσεις τους είναι προϊόν της εύλογης δυσπιστίας τους προς το εγχώριο κομματικό σύστημα. Έχουν άδικο; Όταν κυβερνούσε ο Παπανδρέου, ο Σαμαράς υιοθετούσε μια λαϊκίστικη αντιμεταρρυθμιστική αντιπολίτευση, όπως άλλωστε κάνει ο Τσίπρας σήμερα. Παπανδρέου και Σαμαράς, ως πρωθυπουργοί, δεν τόλμησαν να κάνουν μεταρρυθμίσεις στο πελατειακό κράτος, που ήταν η εστία της καταστροφής. Αυτές νοθεύονταν, σέρνονταν ή αποφεύγονταν. Όπως έλεγε η Μαρία Δαμανάκη στις 2-9-2012, «οι Ευρωπαίοι σημειώνουν πως ενώ δείξαμε μεγάλη προσαρμοστικότητα για οριζόντιες περικοπές μισθών και συντάξεων, είχαμε απόλυτη δυστοκία στο να προχωρήσουμε μεταρρυθμίσεις». Η δικομματική κυβέρνηση, στη θέση των οριζόντιων περικοπών, έβαλε την ισοπεδωτική φορολογία. Η δυστοκία στις μεταρρυθμίσεις φυσικά συνεχίστηκε.
Οι κυβερνήσεις Σαμαρά αντιμετώπισαν μια Ευρώπη επιεική στις δηλώσεις της λόγω γερμανικών εκλογών και ευρωεκλογών. Επρόκειτο για σοβαρό λάθος των δανειστών, για δικούς τους λόγους εσωτερικής κατανάλωσης. Αυτές οι δηλώσεις εκτιμήθηκαν εσφαλμένα από την ηγεσία της κυβέρνησης. Διότι Σαμαράς και Βενιζέλος πίστεψαν πως μετά το δυσμενές αποτέλεσμα των ευρωεκλογών, οι εταίροι θα τους προσέφεραν αμέριστη «πολιτική στήριξη» μπροστά στον «φόβο του ΣΥΡΙΖΑ». Όμως, η υπομονή των Ευρωπαίων έχει αρχίσει να εξαντλείται. Άλλωστε, όταν ο Σαμαράς σχημάτισε την κυβέρνηση των λαϊκιστών, οι δανειστές έκαναν εκ νέου λόγο για «μεταρρυθμιστική κόπωση» στη χώρα μας. Με δεδομένη τη δική τους «κόπωση» από τα τερτίπια του εγχώριου μικροκομματισμού έστειλαν, μέσω Ντράγκι, μηνύματα ότι η λήξη του μνημονίου θα συνοδευτεί από αυστηρούς ελέγχους. Όμως η ηγεσία της κυβέρνησης ήταν στον κόσμο της. Δήλωσε ότι δεν επιθυμεί ελέγχους και ότι κλείνει η μνημονιακή εποχή. Ακολούθησε η θύελλα των αγορών.
Ακόμη κι αν οι δανειστές ήταν επιεικείς, οι πολιτικές ελίτ της χώρας δεν θα σώζονταν από τις αγορές δίχως ελέγχους και αποκατάσταση της αξιοπιστίας τους. Σε αυτές άλλωστε θα πρέπει να βρεθεί απέναντι και ο Τσίπρας, εφόσον επικρατήσει. Μόνος δρόμος για τη χώρα είναι οι μεταρρυθμίσεις, που δεν βρίσκονται στο DNA του κομματικού συστήματος. Η τωρινή κυβέρνηση δεν θέλησε και δεν μπόρεσε να κερδίσει το στοίχημα αυτό. Έτσι παραμένει στο έλεος των αγορών, ενώ παίζει μικροκομματικά παιχνίδια με κόστος για την ίδια και τη χώρα. Ταυτόχρονα, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν δημιουργεί εμπιστοσύνη ως ανερχόμενη δύναμη. Όλα αυτά δικαιολογούν σοβαρές ανησυχίες. Κάθε άλλη αντίδραση θα ήταν αφελής.
Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2014
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου