Τρίτη 28 Φεβρουαρίου 2012
Τι κρύβεται πίσω από τις μειώσεις των τιμών των τσιγάρων;
Άγριος πόλεμος τιμών έχει ξεσπάσει στην αγορά καπνού, με τις καπνοβιομηχανίες και τις εμπορικές επιχειρήσεις να μειώνουν για πρώτη φορά στην ιστορία τους τις τιμές των τσιγάρων.
Το «πρώτο αίμα» έχυσε στις αρχές του έτους ο αδιαφιλονίκητος κυρίαρχος της αγοράς, η Philip Morris, η οποία μείωσε την τιμή των τσιγάρων Marlboro κατά 12,5% διαμορφώνοντας την τιμή τους στα 3,5 ευρώ για κάθε πακέτο. Σύντομα, ακολούθησαν και οι ανταγωνιστές της (British American Tobacco, Japan Tobacco International κ.ά.), οι οποίοι σε ορισμένες περιπτώσεις προχώρησαν σε ακόμη μεγαλύτερες μειώσεις. Η JTI, για παράδειγμα, μείωσε την τιμή του πακέτου Camel από 4,0 σε 3,2 ευρώ.
Τέτοιου είδους κινήσεις χαρακτηρίζονται πρωτόγνωρες στα χρονικά της βιομηχανίας καπνού στην Ελλάδα. «Αν εξαιρέσει κανείς την εμφάνιση των φθηνών τσιγάρων το 2003 (π.χ. Leader), είναι η πρώτη φορά που οι επιχειρήσεις μειώνουν τις χρεώσεις σε υφιστάμενα brands», παραδέχεται στέλεχος της αγοράς.
Η κίνηση αυτή έχει πολλαπλούς στόχους. Πρωτίστως οι εταιρείες θέλουν να περιφρουρήσουν τα μερίδια αγοράς, καθώς οι απότομες αυξήσεις στις χρεώσεις εύκολα οδηγούν τους καταναλωτές σε άλλες πιο φθηνές λύσεις -στριφτά, λαθραία, αφορολόγητα κ.λπ.- απ’ τις οποίες δύσκολα επανέρχεται κάποιος. Επίσης ωθούν τους καταναλωτές σε υποκατάστατα όπως είναι τα ηλεκτρονικά τσιγάρα. Ειδικά σε μια περίοδο που το εισόδημα συρρικνώνεται, οι πωλήσεις λαθραίων και άλλων μη φορολογημένων προϊόντων πραγματοποιούν τεράστια άλματα.
Σύμφωνα με στοιχεία της αγοράς, στη διετία 2010-11, οι πωλήσεις των συσκευασμένων τσιγάρων μειώθηκαν κατά 21,7% ή κατά περίπου 6,6 δισ. τσιγάρα, φτάνοντας στο τέλος του 2011 στα 23,8 δισ. τσιγάρα. Αντίθετα, οι πωλήσεις των μη φορολογημένων τσιγάρων (λαθραία, duty-free, αγορές από γειτονικές χώρες κ.λπ.) στην ίδια περίοδο τριπλασιάστηκαν, και από 0,9 δισ. ανήλθαν σε 3,1 δισ.
Ο δεύτερος στόχος των εισαγωγικών εταιρειών είναι η ίδια η κυβέρνηση. Οι εταιρείες είναι έντονα δυσαρεστημένες από την αντιμετώπιση που είχαν τα τελευταία δύο χρόνια, όπου οι φόροι αυξήθηκαν υπέρμετρα χωρίς κατάλληλη προετοιμασία της αγοράς για κάτι τέτοιο. «Δυστυχώς η κυβέρνηση, στον πανικό της για έσοδα, δεν άκουσε ούτε τους ανθρώπους της αγοράς αλλά ούτε και τους υπηρεσιακούς παράγοντες», παραδέχεται στέλεχος της αγοράς. Το αποτέλεσμα ήταν μια υπέρμετρη αύξηση της φορολόγησης που στα συσκευασμένα τσιγάρα ανήλθε από 73,5% στο τέλος του 2009 στο 83,7% στο τέλος της περασμένης χρονιάς. Ενδιαμέσως το ποσοστό αυτό έφτασε και το 85,7%, αλλά καθώς το υπ. Οικονομικών έβλεπε τη μη απόδοση του μέτρου, ύστερα από τρεις διαδοχικές αυξήσεις της φορολογίας προχώρησε σε μια μικρή μείωση. Στα στριφτά τσιγάρα η φορολογία φτάνει στο 93,4% επί της μέσης σταθμισμένης τιμής (ΜΣΤ).
Η μείωση της τιμής των τσιγάρων επηρεάζει καθοριστικά τον αναλογικό φόρο, ο οποίος ανέρχεται περίπου στο 52% της ΜΣΤ των τσιγάρων. Ετσι οποιαδήποτε μείωση της τιμής του πακέτου επηρεάζει την απόδοση του συγκεκριμένου φόρου. Γι’ αυτό πολλοί χαρακτηρίζουν τις μειώσεις των τιμών τσιγάρων και μια «εκδίκηση» των εταιρειών προς τα βαριά μέτρα φορολόγησης. «Οι πιο πολλές εταιρείες πλέον πωλούν χωρίς κέρδος, αν όχι και με ζημία», παραδέχεται στέλεχος της αγοράς. Σημειώνεται ότι το 2010 η κυβέρνηση στόχευσε σε έσοδα 4,3 δισ. ευρώ, αλλά τελικά εισέπραξε 3,7 δισ. ευρώ, ενώ για το 2011 τα έσοδα εκτιμάται ότι ανήλθαν στα ίδια επίπεδα με εκείνα του 2010. Ετσι, όπως αναφέρουν στελέχη της αγοράς, η οποιαδήποτε αύξηση της φορολογίας, πλέον, οριακές επιπτώσεις έχει στα δημόσια έσοδα.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου